πλείσταις

πλείσταις
πλεί̱σταις , πλεῖστος
most
fem dat pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • παρομοίωση — η / παρομοίωσις, ΝΜΑ [παρομοιώ] 1. σχήμα λόγου κατά το οποίο γίνεται παραλληλισμός ή σύγκριση ενός πράγματος με άλλο, με παρεμβολή τών λέξεων ὡς, σάν, ωσάν, όπως, καθώς κ.ά. (α. «ὡσάν επὶ τήν άπειρον / θάλασσαν τών ονείρων / ψυχαί νεκρών… …   Dictionary of Greek

  • προσπαρέχω — ΜΑ [παρέχω] (το ενεργ και το μέσ.) δίνω κάτι ακόμη σε κάποιον, τού χορηγώ κάτι επιπροσθέτως («ναυσί τε πλείσταις αὐτὸς ἀφικόμενος καὶ Ἀρκάσι προσπαρασχὼν [ναῡς]», Θουκ.) αρχ. προξενώ σε κάποιον κάτι ακόμη, τού επιφέρω επιπρόσθετη βλάβη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”